100 εκατομμύρια άνθρωποι έγιναν ακραία φτωχοί λόγω COVID-19

ακραία φτώχεια

Η πανδημία του κορωνοϊού αναμένεται να σπρώξει 88 έως 115 εκατομμύρια ανθρώπους σε ακραία φτώχεια φέτος, ανακοίνωσε η Παγκόσμια Τράπεζα στην διετή έκθεσή της για την παγκόσμια φτώχεια. Ο συνολικός αριθμός θα μπορούσε να αυξηθεί στα 150 εκατομμύρια άτομα τον επόμενο χρόνο.

Αυτή θα μπορούσε να είναι η μεγαλύτερη άνοδος της φτώχειας από τότε που η Παγκόσμια Τράπεζα άρχισε να δημοσιεύει τα δεδομένα το 1990, και θα τερματίσει μια πτώση της ακραίας φτώχειας που διαρκεί πάνω από  δύο δεκαετίες.

Η ακραία φτώχεια, που ορίζεται η διαβίωση με λιγότερα από 1,90 δολάρια την ημέρα, είναι πιθανό να επηρεάσει μεταξύ 9,1% και 9,4% του παγκόσμιου πληθυσμού το 2020, σύμφωνα με την έκθεση. Αυτό θα αντιπροσώπευε μια επιστροφή στο ποσοστό 9,2% του 2017. Εάν η πανδημία δεν είχε συγκλονίσει τον κόσμο, το ποσοστό φτώχειας αναμενόταν να μειωθεί στο 7,9% το 2020.

«Η πανδημία και η παγκόσμια ύφεση μπορεί να ρίξουν πάνω από το 1,4% του παγκόσμιου πληθυσμού σε ακραία φτώχεια», δήλωσε ο πρόεδρος της Παγκόσμιας Τράπεζας, David Malpass. «Προκειμένου να αντιστραφεί αυτή η σοβαρή οπισθοδρόμηση στην αναπτυξιακή πρόοδο και τη μείωση της φτώχειας, οι χώρες θα πρέπει να προετοιμαστούν για μια διαφορετική μετα-COVID οικονομία, επιτρέποντας στο κεφάλαιο, την εργασία, τις δεξιότητες και την καινοτομία να μετακινηθούν σε νέες επιχειρήσεις και τομείς. Η υποστήριξη της Παγκόσμιας Τράπεζας θα βοηθήσει τις αναπτυσσόμενες χώρες να ξαναρχίσουν την ανάπτυξη και να ανταποκριθούν στις επιπτώσεις της ασθένειας COVID-19 στην υγεία, την κοινωνία, και την οικονομία, καθώς και στην προσπάθειά τους για μια βιώσιμη και χωρίς αποκλεισμούς ανάκαμψη».

Η Νότια Ασία και η υποσαχάρια Αφρική είναι οι περιοχές που πλήττονται περισσότερο, ενώ η πανδημία αυξάνει επίσης την εισοδηματική ανισότητα, ανέφερε η έκθεση. Η Παγκόσμια Τράπεζα είχε ως στόχο τη μείωση του παγκόσμιου ποσοστού φτώχειας στο 3% έως το 2030, αλλά τώρα αναμένεται ότι το ποσοστό αυτό θα είναι υπερδιπλάσιο μέχρι τότε.

Εκτός από το διεθνές όριο φτώχειας ύψους 1,90 δολαρίων ανά ημέρα, η Παγκόσμια Τράπεζα μετρά τα επίπεδα φτώχειας στα 3,20 δολάρια και στα 5,50 δολάρια, αντικατοπτρίζοντας τα εθνικά όρια φτώχειας στις χώρες χαμηλομεσαίου εισοδήματος και υψηλομεσαίου εισοδήματος. Η έκθεση μετρά περαιτέρω την φτώχεια σε ένα πολυδιάστατο φάσμα που περιλαμβάνει πρόσβαση στην εκπαίδευση και βασικές υποδομές.

Ενώ λιγότερο από το ένα δέκατο του παγκόσμιου πληθυσμού ζει με λιγότερα από 1,90 δολάρια την ημέρα, σχεδόν το ένα τέταρτο του παγκόσμιου πληθυσμού ζει κάτω από την γραμμή των 3,20 δολαρίων και περισσότερο από το 40% του παγκόσμιου πληθυσμού -σχεδόν 3,3 δισεκατομμύρια άνθρωποι- ζουν κάτω από τη γραμμή των 5,50 δολαρίων ανά ημέρα.

Η κρίση της COVID-19 έχει επίσης μειώσει την κοινή ευημερία (shared prosperity) -ορίζεται ως η αύξηση του εισοδήματος του φτωχότερου 40% του πληθυσμού μιας χώρας. Ο μέσος όρος της παγκόσμιας κοινής ευημερίας εκτιμάται ότι είναι στάσιμος ή ακόμη και έχει συρρικνωθεί κατά την περίοδο 2019-2021 λόγω της μειωμένης αύξησης των μεσαίων εισοδημάτων. Η επιβράδυνση της οικονομικής δραστηριότητας που εντείνεται από την πανδημία είναι πιθανό να πλήξει ιδιαίτερα τους φτωχότερους ανθρώπους, και αυτό θα μπορούσε να οδηγήσει σε ακόμη χαμηλότερους δείκτες κοινής ευημερίας τα επόμενα χρόνια.
«Αυτό που ίσως είναι πιο ανησυχητικό είναι ότι αυτή η ύφεση έφτασε σε μια εποχή που τα οικονομικά θεμέλια σε πολλές χώρες –συμπεριλαμβανομένων πολλών από τις φτωχότερες του κόσμου– είχαν ήδη αποδυναμωθεί», γράφουν οι Carmen Reinhart και Vincent Reinhart στο Foreign Affairs.

«Πριν από την πανδημία, η πιο σοβαρή οπισθοδρόμηση  είχε συμβεί το 1998, όταν η ασιατική οικονομική κρίση έριξε δεκάδες εκατομμύρια ανθρώπους, κυρίως στην Ασία, σε ακραία φτώχεια. Αυτή η υποχώρηση αποδείχθηκε σύντομη, με τα νούμερα να ανακάμπτουν εντελώς έως το 1999 », γράφει ο Josh Zumbrun στην Wall Street Journal.